ΕΥΑΓΓΕΛΛΙΕ και όχι ΓΚΟΣΠΕΛ (1852)
ΠΡΕΣΠΑΝΟ Η ΔΙΩΡΤΩΣΑΝΩ
Η ΤΥΠΩΣΑΝΩ ΟΤ ΜΕΝΕ δηλ.
'Οπως πρέπει διορθωμένο και
τυπωμένο από μένα. Ιερομόναχος Πάβελ.
|
Το γλωσσικό σλαβοφωνικό ή ορθότερον σλαβοφανές προφορικό ιδίωμα (μη ολοκληρωμένη ως γλώσσα), που άρχισε να ομιλείται αρκετά χρόνια μετά την οθωμανική κατάκτηση στην ευρύτερη περιοχή του τότε βιλαετίου του Μοναστηρίου -σημερινά Μπίτολα- μέσα σε ένα πολυεθνικό οθωμανικό περιβάλλον με Τούρκους, Έλληνες, Εβραίους, Σέρβους, Βουλγάρους και άλλες εθνοτικές ομάδες, όπως Βλάχους και αρβανίτες, ομιλείται σήμερα μόνο σε κάποιες περιοχές συνοριακά της βόρειας Ελλάδας. Παραμένει αυθεντικό, άγραφο με λέξεις καθημερινότητας και χωρίς κανόνες γραμματικής. Αυτή η προφορικότητα συνετέλεσε να διαφοροποιηθεί κατά περιοχές σε κάποιες λέξεις που δεν δικαιολογεί τη δημιουργία από το Ινστιτούτο στην πόλη των Σκοπίων την ύπαρξη 27 διαλέκτων (Διάλεκτος Πριλάπου - Μοναστηρίου). Ποιανού βασικού όμως κορμού ή κύριας γλώσσας;
Η Δωρική διάλεκτος, για παράδειγμα, ως διάλεκτος της αρχαιοελληνικής έχει διαφορετικούς τύπους, κατά κανόνα, στην ίδια λέξη αντί του η το α, όπως στη γνωστή φράση: Ή ταν ή επί τας, δηλαδή ή με αυτή [ασπίδα] ή πάνω σ΄ αυτή. Ή ακόμα στο ψηφιδωτό της Πέλλας διαβάζουμε σήμερα ΕΠΙΟΣΕΝ (αντί εποίησεν) ΓΝΩΣΙΣ. Μας λένε της Σλαβομακεδονικής. Μα ο όρος Σλαβομακεδόνες δημιουργήθηκε από το ΔΣΕ κατά τη διάρκεια του κομμουνιστικού εγχειρήματος (εμφυλίου πολέμου) 1946-49 ιδιαίτερα στη Δυτική Μακεδονία στα πλαίσια εξισορρόπησης των Γιουγκοσλαβικών και Βουλγαρικών συμφερόντων για την περιοχή. Πέραν όμως αυτών δεν μπορούμε να μιλάμε για διαλέκτους της Καστοριάς (Kostur), Φλώρινας (Lerin), Πρεσπών (Prespas] επειδή, για παράδειγμα, αλλού ο ηλίθιος λέγεται μπουντάλα (τούρκ.) και αλλού ιδιότ, πλεύμων, πενταρίστ με τις αρχαιοελληνικές τους σημασίες, το πλατάνι πλάταν και αλλού γιάβορ (εμπορική μάρκα πολυκαταστήματος στο Μοναστήρι), το κόκαλο κόσκα ή κόκαλ, όπως και στη βουλγαρική σήμερα, το κρεμμύδι αλλού κρόμιτ και αλλού λουκ. Έργκεν (εργένης) στα σλαβομακεδονικά αλλά και μπέκερ (μπεκιάρης) στη μικροσλαβική.
Η Δωρική διάλεκτος, για παράδειγμα, ως διάλεκτος της αρχαιοελληνικής έχει διαφορετικούς τύπους, κατά κανόνα, στην ίδια λέξη αντί του η το α, όπως στη γνωστή φράση: Ή ταν ή επί τας, δηλαδή ή με αυτή [ασπίδα] ή πάνω σ΄ αυτή. Ή ακόμα στο ψηφιδωτό της Πέλλας διαβάζουμε σήμερα ΕΠΙΟΣΕΝ (αντί εποίησεν) ΓΝΩΣΙΣ. Μας λένε της Σλαβομακεδονικής. Μα ο όρος Σλαβομακεδόνες δημιουργήθηκε από το ΔΣΕ κατά τη διάρκεια του κομμουνιστικού εγχειρήματος (εμφυλίου πολέμου) 1946-49 ιδιαίτερα στη Δυτική Μακεδονία στα πλαίσια εξισορρόπησης των Γιουγκοσλαβικών και Βουλγαρικών συμφερόντων για την περιοχή. Πέραν όμως αυτών δεν μπορούμε να μιλάμε για διαλέκτους της Καστοριάς (Kostur), Φλώρινας (Lerin), Πρεσπών (Prespas] επειδή, για παράδειγμα, αλλού ο ηλίθιος λέγεται μπουντάλα (τούρκ.) και αλλού ιδιότ, πλεύμων, πενταρίστ με τις αρχαιοελληνικές τους σημασίες, το πλατάνι πλάταν και αλλού γιάβορ (εμπορική μάρκα πολυκαταστήματος στο Μοναστήρι), το κόκαλο κόσκα ή κόκαλ, όπως και στη βουλγαρική σήμερα, το κρεμμύδι αλλού κρόμιτ και αλλού λουκ. Έργκεν (εργένης) στα σλαβομακεδονικά αλλά και μπέκερ (μπεκιάρης) στη μικροσλαβική.
«Έκαμα ένα γλωσσάριο που το πλουτίζω, το συμπληρώνω μέρα με τη μέρα. Μιλάνε μια γλώσσα πούναι παρακλάδι σλαβικό, με πολλά τούρκικα και ελληνικά στοιχεία. Η αντρίκεια της φτογγολογία μου δίνει ένα τονωτικό συναίστημα Τα φωνήεντα είναι σπάνια. Η μαλακιά θηλυκάδα τους πνίγεται σ΄ένα κατακρύλισμα από φωνές αδρές και σκληρές. Σας μιλάν ακούς να δρομίζουν τον κατήφορο βότσαλα και χαλίκια στρογγυλεμένα στ΄ ορμητικό ρέμα του Δραγόρα. Μερικές λέξεις έχουν την παρθένα παραστατικότητα των πρωτογέννητων γλωσσών, που δεν ήταν παρά ηχητική μίμηση των κρότων και των θορύβων της ζωντανής ζωής. Για να πούνε πως το πουλί ((πέταξε)) λένε ((π΄ρρλιτς)). Σε καμιά γλώσσα δεν άκουσα τόσο ηχητικά το πέταγμα του πουλιού. Στρατής Μυριβήλης, Η ζωή εν τάφω.
Η παρθένα παραστατικότητα των πρωτογέννητων γλωσσών, όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο Στρατής Μυριβήλης αποτυπώνεται στην ευρεία χρήση λέξεων μόνο με σύμφωνα, όπως p"rd (πέρδομαι), brz γρήγορος d΄p (βελανιδιά,) grd (άσχημος), grk ( Έλληνας), grp (καμπούρης) στα σερβοκροατικά έμβλημα, z΄p, (δόντι), krf (αίμα), k΄rst (σταυρός), m΄rd (τρελός), ms (άνδρας), prt (μεγάλη βέργα), pt΄ (δρόμος), prf (πρώτος), prst (δάκτυλο), smrt (θάνατος), srb Σέρβος), srp (δρεπάνι, αιθέρας, κόψη) smrd (δύσοσμο), trn (αγκάθι), tsrn (μαύρος), vr (κορυφή) ως γεωγραφικός και γαλακτομικός όρος, vrt (περιστρέφομαι) στα σερβοκροατικά όμως κήπος, vlk (λύκος) κ.α.
Το σλαβοφωνικό προφορικό γλωσσικό ιδίωμα σε σχέση με το Κυριλλικό αλφάβητο που έχει 32 γράμματα αποτελείται από 22 γράμματα: πέντε φωνήεντα α, ε καθαρό, ι, ο, ου, έξι διπλά σύμφωνα, για, γιάιτσε (αυγό), γιάλοβο (άγονο), γιάκα (γιακάς), γκ, γκ΄μπα (μανιτάρι), κς ορτόντοκς, ντ, ντέμον, ντιάβολ, πσ, όπως Πσέκαμ (ψεκάζω) τσ τσάκαλ (χαλίκι), στ, στατίστικα, στάντιουμ, στόμακ και 11 σύμφωνα από τα οποία απουσιάζουν το Δ, Θ και το Χ, καθαρό β αντί μπ, (βέρβαμ (πιστεύω), βίνο (κρασί), βίνταμ ( βλέπω), λέβο (αριστερό), ζ, κ, λ, μ, ν, π, ρ, σ, τ, φ. Διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας στο Μοναστήρι της Πελαγονίας τον 18ο και 19ο κυρίως αιώνα. Η πόλη του Μοναστηρίου ήταν το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο στο βιλαέτι, μεγαλύτερο και από τη Θεσσαλονίκη, όπου συνέρρεαν στην αγορά χιλιάδες επισκέπτες κυρίως από τη Φλώρινα, Καστοριά, Πέλλα και Κιλκίς.
Το γλωσσολογικό υπόβαθρο
Από την εκκλησιαστική γλώσσα, ενδεικτικά εντοπίζουμε τις παρακάτω λέξεις;
Agonia, Akrobat, ambon, Anarcia, Anatomia, Angel, Amnesti, Apokrif, Aorist, argat, armonia, vasilik (βασιλικός), egoist, etica, epitrop, melodija, timian=θυμίαμα με αναβιβασμό του τόνου), Ad= Άδης, Apostol, Arxiepiscop, Архимандрит, ateict= άθεος, Aftonomi, balsam, enigma, enstict, epidemia, episcope, zor, inat, ipsoma,ironia ,diabol, demon, efkeleon, Evangel, dogma, drama, dragon, idea, kaoc (χάος), ierarxia, igumen, ipokritia, idol, ikona, cosmopolitan, cad= κάδος, kampana, Krevet, Kristian, Katolik, klima, litourgia, makar (είθε στα σερβοκροατικά όμως τουλάχιστον), martir, metanisam, mermer (μάρμαρο), Metropola, mirosuvam (μυρώνω) ,Mysteria, nostalgia Organ, Ortodox, parabole, planeta, period, presziter, proskinisam, savan (=σάβανο), sindilija((=συντέλεια), tetradka, trap (ατραπός), trapezn, pcevdonymus, vaptisam, Vasanisam, martyrisam, myrisam, miris= μύρον, natenisam (αναθεματίζω), psaltir, piam, radisam, symbol, trimer (τριήμερο), ymn, φάμα (φήμη), fanatic, fenomenal…
Στις μέρες μας διαφημίζεται κρασί στη Φυρόμ με ετικέτα Ttrapezno vino.
Επισήμανση
Η γλώσσα προσδιορίζεται κυρίως από τους γραμματικούς κανόνες και το συντακτικό. Το σημαντικότερο όμως στοιχείο της σχέσης του με άλλες βαλκανικές γλώσσες όπως βουλγαρική, σερβική και σημερινή σλαβομακεδονική είναι η σλαβική φωνητική χροιά που αποτέλεσε και αποτελεί, ως κακό εννοούμενο αυτονόητο, αποπροσανατολιστικό παράγοντα για τους καταγινόμενους με το θέμα.
Δομικές γλωσσολογικές διαφορές
Μόνο στο βορειοελλαδικό γλωσσικό ιδίωμα, γιατί δεν είναι ολοκληρωμένη γλώσσα δηλαδή χωρίς επιστημονικούς όρους και γραφή, τα ρήματα έχουν κατάληξη σε -αμ. ίμαμ (έχω), ίμας ίμα. Και όχι ima, ime στο πρώτο πρόσωπο του ενικού, όπως αποδίδονται στη σλαβομακεδονική και σερβοκροατική. Το σύμφωνο -μ το συναντάμε ως καταληκτικό κάποιων λέξεων, όπως ουμ με πτώση του ν από την ελληνική λέξη νούς, ενώ στις προαναφερόμενες γλώσσες αναφέρεται ως Dyx. Το καθαρό βήτα δεν υπάρχει στη σλαβομακεδονική που αντικαθίσταται με το -μπ. Βέτερ (αέρας) και όχι μπέταρ, έμπαμ (συνουσιάζουμε) προφανώς από το εμβαίνω, βούινα (θεία) και όχι Βuinia. To -X το συναντάμε στα σημερινά σλαβομακεδονικά, όπως Xoroscop, xioymor, xarmonika, hιgeina (υγιεινή) , xιmia, haos, xriszantema, xronika, xuligan (αναρχικός), xihrourg, hippodromio, xrema (συνάχι). To καθαρό έψιλον, όπως έλατ και όχι έλα, έζεκ (γλώσσα) και όχι τζάζικ (βουλγ.) έργκεν, (εργένης), ένστικτ και όχι ίνστκτ..
Η ΓΕΝΕΣΗ ΜΙΑΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
Η μελέτη της γλώσσας Πίτζιν (Pidgin) αποτελεί μια ενδιαφέρουσα περίπτωση για την κατανόηση της σταδιακής δημιουργίας ενός γλωσσικού ιδιώματος. Η λέξη Πίτζιν είναι κινεζικής προέλευσης και αποδίδει την αγγλική λέξη μπίζνες με την έννοια της γένεσης μιας γλώσσας μέσα από το εμπόριο. Πρόκειται για τα σπασμένα αγγλικά που μιλούσαν στα λιμάνια και τις εμπορικές συναλλαγές οι Κινέζοι με τους Άγγλους. Είναι ένα απλοποιημένο γραμματικά μέσο επικοινωνίας που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες ομάδες που δεν έχουν μια κοινή γλώσσα: συνήθως είναι ένα μείγμα απλοποιημένης γλώσσας με στοιχεία άλλων γλωσσών. Χρησιμοποιήθηκε αρχικά λόγω αδήριτης ανάγκης κυρίως στο εμπόριο ή όπου οι δύο συναλλασσόμενοι μιλούν γλώσσες διαφορετικές από τη γλώσσα της χώρας στην οποία κατοικούν και όπου δεν υπάρχει κοινή γλώσσα ανάμεσά τους.
Κατά συνέπεια μια Πίτζιν γλώσσα δεν είναι η μητρική γλώσσα τού κάθε ομιλούντος, αλλά αντίθετα ομιλείται και ως δεύτερη γλώσσα. Αρκετοί Έλληνες, Τούρκοι αλλά και Εβραίοι γνώριζαν την τελικά διαμορφωθείσα σλαβοφωνική ως δεύτερη γλώσσα και κυρίως οι άνδρες που συναλλάσσονταν σε μεγάλο ποσοστό ήταν δίγλωσσοι, ενώ οι γυναίκες σημείωναν αντίστροφη αναλογία. Μπορεί να κατασκευαστεί από τα λόγια, τους ήχους ακόμα και από τη γλώσσα του σώματος. Όταν κάποιος του επιδείκνυε κρασί λέγοντας βίνο ή ψωμί που στα τούρκικα λέγεται χλέμπα μεταφέρονταν λόγω αποφυγής προφοράς του Χ και αποκοπής της κατάληξης ως λεπ που όμως στα σερβοκροατικά σημαίνει λεπτός. Έτσι οι πρώτες λέξεις αφορούσαν είτε προϊόντα, όπως βάμβακ και όχι πάμουκ, βίνο, καδ, πίτα, κρόμιτ, λουκάντσι (λουκάνικα), τζίγκερ, πιπέρκι, πατάτι, πρας (πράσο), σέμεν (σπόρος), σίτο, σπάνακ, τίκβα (κολοκύθι), φάσολ, λέμον ή λήμον, όριζ (ρύζι), σάπουν, κάζαν, φένερ (φανάρι), μπούκλα, γιάρε (αρνάκι), βολ (βόδι,) κόζα (κατσίκα) (βουλγ.), ντούλαπ, σέκερ (ζάχαρη) (τούρκ.), τίγκαν (τηγάνι) είτε όρους του εμπορίου, όπως κάνταρ, πάρι, μέτερ, σίνικ (δυο τενεκέδες γεμάτοι με σιτηρά) αμανάτ (ενέχυρο)(τούρκ.), νόβο, ντεκάρα, ζλάτο (χρυσό), μ΄πκαρ (μπακίρι), έντνο, ντβε, τρι, πετ, ντέσετ (λατ. Decem= δέκα). Μερικές φορές αναγραμματίζονταν τα ακούσματα των λέξεων, όπως το ελληνικό στενός σε τέσνο με αποκοπή του τελικού σίγμα. Μια από τις τελευταίες Πίτζιν γλώσσες είναι των Ινδιάνων της Αμερικής, όταν οι πολυάριθμες και ολιγάριθμες πλέον μικρές φυλές που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες βρέθηκαν μέσα σε ένα γλωσσικό αγγλικό περιβάλλον. Άλλες, ανάμεσα στις πολλές, τέτοιου είδους γλώσσες, είναι η γαλλική Σαμπίρ (Mediterranean Lingua Franca), η ακατάληπτη γλώσσα (=Jargon) εμπορίου των Εσκιμώων (Eskimo Trade Jargon).
ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΙΑΣ ΠΤΖΙΝ ΓΛΩΣΣΑΣ ΕΙΝΑΙ:
Η έλλειψη γραφής συνετέλεσε να διαφοροποιούνται τα διάφορα ακούσματα με αποτέλεσμα να προκαλείται μερικές φορές ασυνεννοησία αλλά και παρανοήσεις. Στο Βορειοελλαδικό σλαβικό ιδίωμα, αυτό που ομιλείται σε κάποιες περιοχές συνοριακά της βόρειας Ελλάδας από Σλαβοφώνους και ελάχιστους Σλαβομακεδόνες του Ουράνιου Τόξου [οι Σλαβόφωνοι αρχικά διαιρέθηκαν σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς και στη συνέχεια, που συνεχίζεται ως τις μέρες μας, σε σλαβοφώνους της ελληνικής Μακεδονίας και σε σλαβομακεδόνες], για παράδειγμα, βλνα λέγεται το μαλλί και μπόλνα λέγεται η άρρωστη, ενώ στα σερβοκροατικά μπόλνα λέγεται το μαλλί. Το κρεμμύδι στη σλαβοφωνική λέγεται κρόμιτ και το σκόρδο λουκ, ενώ στα σλαβομακεδόνικα λουκ το κρεμμύδι και τσέσεν (άγνωστη λέξη) το σκόρδο, ενώ στα σερβοκροατικά μπελ λουκ, δηλαδή άσπρο σκόρδο. Το γλυκό μπλάγκο αντί σλάτκο που σημαίνει χλιαρό στη μικροσλαβική. Το μουστάκι, κοινό ως μύστακ στα σερβοκροατικά λέγεται μπρκ. Η ακρογιαλιά είναι άγνωστη λέξη. Στα σλαβομακεδονικά και στα σερβοκροατικά όμως η λέξη ακρογιάλι αποδίδεται με την ελληνικής προέλευσης λέξη ακροπόλ (εσφαλμένη ενσωμάτωση).
Η χρήση τεσσάρων ή πέντε φωνηέντων χωρίς διφθόγγους
Η χρήση των πέντε φωνηέντων, α, ε, ι, ο και ου, κατά κανόνα καθαρών, χωρίς τη δημιουργία διφθόγγων είναι το πρώτο χαρακτηριστικό των γλωσσών Πίτζιν ( Algonquian–Basque pidgin)
Ο αναβιβασμός του τόνου
Άλλο ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι ο αναβιβασμός του τόνου, όπως αγκόνια, ανάρκια, τίμιαν (θυμίαμα), βάμβακ, έγκοϊστ, Κρίστιαν, λειτούργκια, ντούλαπ, μάκαρ, μέντερ, τάβαν...
Ο περιορισμός των συμφώνων
Ανάμεσα στα ελλείποντα σύμφωνα δ, θ, και χ είναι και το Θ που υπάρχει αδυναμία προφοράς. Έτσι το θυμίαμα γίνεται τίμιαν, το θέατρο τέατρο, η μέθοδος μέτοντ, το θέμα τέμα, ο θερμοστάτης τερμοστάτ, ο θερμός τέρμος, ο μύθος μίτ, αντιπάτια, μάτεμα, νάτεμα (ανάθεμα) εντουσιάσμαν (ενθουσιασμός), ρίταμ (ρυθμός), τεόρια (θεωρία), ορτόντοκς...
Η έλλειψη γραμματικής
Ο μόνος αξιόλογος γραμματικός κανόνας που μπορεί να διατυπωθεί είναι τα ρήματα που έχουν πάντα ως κατάληξη το -αμ (ίμαμ βιντένο (απαρέμφ.)= έχω δει) κλίνονται κατά την πρώτη και δεύτερη συζυγία των λατινικών, όπως (βέρβαμ= πιστεύω) βέρβας, βέρβα, βέρβαμε, βέρβατε, βέρβαν και σένταμ= κάθομαι (λατινικά sedeo=κάθομαι) σέντις, σέντι, σέντιμε, σέντιτε, σένταν. Ενώ οι παρελθοντικοί χρόνοι σχηματίζονται με την κατάληξη -εσε, όπως βίνταμ βιντέσε=έβλεπε και ο μέλλων με το μόριο κι (κι όντιμε= θα πάμε).
Η αποκοπή των συλλαβών των λέξεωνΤο γλωσσολογικό υπόβαθρο
Από την εκκλησιαστική γλώσσα, ενδεικτικά εντοπίζουμε τις παρακάτω λέξεις;
Agonia, Akrobat, ambon, Anarcia, Anatomia, Angel, Amnesti, Apokrif, Aorist, argat, armonia, vasilik (βασιλικός), egoist, etica, epitrop, melodija, timian=θυμίαμα με αναβιβασμό του τόνου), Ad= Άδης, Apostol, Arxiepiscop, Архимандрит, ateict= άθεος, Aftonomi, balsam, enigma, enstict, epidemia, episcope, zor, inat, ipsoma,ironia ,diabol, demon, efkeleon, Evangel, dogma, drama, dragon, idea, kaoc (χάος), ierarxia, igumen, ipokritia, idol, ikona, cosmopolitan, cad= κάδος, kampana, Krevet, Kristian, Katolik, klima, litourgia, makar (είθε στα σερβοκροατικά όμως τουλάχιστον), martir, metanisam, mermer (μάρμαρο), Metropola, mirosuvam (μυρώνω) ,Mysteria, nostalgia Organ, Ortodox, parabole, planeta, period, presziter, proskinisam, savan (=σάβανο), sindilija((=συντέλεια), tetradka, trap (ατραπός), trapezn, pcevdonymus, vaptisam, Vasanisam, martyrisam, myrisam, miris= μύρον, natenisam (αναθεματίζω), psaltir, piam, radisam, symbol, trimer (τριήμερο), ymn, φάμα (φήμη), fanatic, fenomenal…
Στις μέρες μας διαφημίζεται κρασί στη Φυρόμ με ετικέτα Ttrapezno vino.
Επισήμανση
Η γλώσσα προσδιορίζεται κυρίως από τους γραμματικούς κανόνες και το συντακτικό. Το σημαντικότερο όμως στοιχείο της σχέσης του με άλλες βαλκανικές γλώσσες όπως βουλγαρική, σερβική και σημερινή σλαβομακεδονική είναι η σλαβική φωνητική χροιά που αποτέλεσε και αποτελεί, ως κακό εννοούμενο αυτονόητο, αποπροσανατολιστικό παράγοντα για τους καταγινόμενους με το θέμα.
Δομικές γλωσσολογικές διαφορές
Μόνο στο βορειοελλαδικό γλωσσικό ιδίωμα, γιατί δεν είναι ολοκληρωμένη γλώσσα δηλαδή χωρίς επιστημονικούς όρους και γραφή, τα ρήματα έχουν κατάληξη σε -αμ. ίμαμ (έχω), ίμας ίμα. Και όχι ima, ime στο πρώτο πρόσωπο του ενικού, όπως αποδίδονται στη σλαβομακεδονική και σερβοκροατική. Το σύμφωνο -μ το συναντάμε ως καταληκτικό κάποιων λέξεων, όπως ουμ με πτώση του ν από την ελληνική λέξη νούς, ενώ στις προαναφερόμενες γλώσσες αναφέρεται ως Dyx. Το καθαρό βήτα δεν υπάρχει στη σλαβομακεδονική που αντικαθίσταται με το -μπ. Βέτερ (αέρας) και όχι μπέταρ, έμπαμ (συνουσιάζουμε) προφανώς από το εμβαίνω, βούινα (θεία) και όχι Βuinia. To -X το συναντάμε στα σημερινά σλαβομακεδονικά, όπως Xoroscop, xioymor, xarmonika, hιgeina (υγιεινή) , xιmia, haos, xriszantema, xronika, xuligan (αναρχικός), xihrourg, hippodromio, xrema (συνάχι). To καθαρό έψιλον, όπως έλατ και όχι έλα, έζεκ (γλώσσα) και όχι τζάζικ (βουλγ.) έργκεν, (εργένης), ένστικτ και όχι ίνστκτ..
Η μελέτη της γλώσσας Πίτζιν (Pidgin) αποτελεί μια ενδιαφέρουσα περίπτωση για την κατανόηση της σταδιακής δημιουργίας ενός γλωσσικού ιδιώματος. Η λέξη Πίτζιν είναι κινεζικής προέλευσης και αποδίδει την αγγλική λέξη μπίζνες με την έννοια της γένεσης μιας γλώσσας μέσα από το εμπόριο. Πρόκειται για τα σπασμένα αγγλικά που μιλούσαν στα λιμάνια και τις εμπορικές συναλλαγές οι Κινέζοι με τους Άγγλους. Είναι ένα απλοποιημένο γραμματικά μέσο επικοινωνίας που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες ομάδες που δεν έχουν μια κοινή γλώσσα: συνήθως είναι ένα μείγμα απλοποιημένης γλώσσας με στοιχεία άλλων γλωσσών. Χρησιμοποιήθηκε αρχικά λόγω αδήριτης ανάγκης κυρίως στο εμπόριο ή όπου οι δύο συναλλασσόμενοι μιλούν γλώσσες διαφορετικές από τη γλώσσα της χώρας στην οποία κατοικούν και όπου δεν υπάρχει κοινή γλώσσα ανάμεσά τους.
Κατά συνέπεια μια Πίτζιν γλώσσα δεν είναι η μητρική γλώσσα τού κάθε ομιλούντος, αλλά αντίθετα ομιλείται και ως δεύτερη γλώσσα. Αρκετοί Έλληνες, Τούρκοι αλλά και Εβραίοι γνώριζαν την τελικά διαμορφωθείσα σλαβοφωνική ως δεύτερη γλώσσα και κυρίως οι άνδρες που συναλλάσσονταν σε μεγάλο ποσοστό ήταν δίγλωσσοι, ενώ οι γυναίκες σημείωναν αντίστροφη αναλογία. Μπορεί να κατασκευαστεί από τα λόγια, τους ήχους ακόμα και από τη γλώσσα του σώματος. Όταν κάποιος του επιδείκνυε κρασί λέγοντας βίνο ή ψωμί που στα τούρκικα λέγεται χλέμπα μεταφέρονταν λόγω αποφυγής προφοράς του Χ και αποκοπής της κατάληξης ως λεπ που όμως στα σερβοκροατικά σημαίνει λεπτός. Έτσι οι πρώτες λέξεις αφορούσαν είτε προϊόντα, όπως βάμβακ και όχι πάμουκ, βίνο, καδ, πίτα, κρόμιτ, λουκάντσι (λουκάνικα), τζίγκερ, πιπέρκι, πατάτι, πρας (πράσο), σέμεν (σπόρος), σίτο, σπάνακ, τίκβα (κολοκύθι), φάσολ, λέμον ή λήμον, όριζ (ρύζι), σάπουν, κάζαν, φένερ (φανάρι), μπούκλα, γιάρε (αρνάκι), βολ (βόδι,) κόζα (κατσίκα) (βουλγ.), ντούλαπ, σέκερ (ζάχαρη) (τούρκ.), τίγκαν (τηγάνι) είτε όρους του εμπορίου, όπως κάνταρ, πάρι, μέτερ, σίνικ (δυο τενεκέδες γεμάτοι με σιτηρά) αμανάτ (ενέχυρο)(τούρκ.), νόβο, ντεκάρα, ζλάτο (χρυσό), μ΄πκαρ (μπακίρι), έντνο, ντβε, τρι, πετ, ντέσετ (λατ. Decem= δέκα). Μερικές φορές αναγραμματίζονταν τα ακούσματα των λέξεων, όπως το ελληνικό στενός σε τέσνο με αποκοπή του τελικού σίγμα. Μια από τις τελευταίες Πίτζιν γλώσσες είναι των Ινδιάνων της Αμερικής, όταν οι πολυάριθμες και ολιγάριθμες πλέον μικρές φυλές που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες βρέθηκαν μέσα σε ένα γλωσσικό αγγλικό περιβάλλον. Άλλες, ανάμεσα στις πολλές, τέτοιου είδους γλώσσες, είναι η γαλλική Σαμπίρ (Mediterranean Lingua Franca), η ακατάληπτη γλώσσα (=Jargon) εμπορίου των Εσκιμώων (Eskimo Trade Jargon).
ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΙΑΣ ΠΤΖΙΝ ΓΛΩΣΣΑΣ ΕΙΝΑΙ:
- Η έλλειψη γραφής
- Η απουσία διφθόγγων
- Ο αναβιβασμός του τόνου
- Ο περιορισμός των συμφώνων
- Η αποκοπή συλλαβών κυρίως καταλήξεων ακόμα και ο αναγραμματισμός
- Η πρωτογέννητη γλώσσα
- Η βαρυτονία
- Η ανυπαρξία συνθέτων λέξεων.
- Η παντελής έλλειψη επιστημονικών όρων.
Η έλλειψη γραφής συνετέλεσε να διαφοροποιούνται τα διάφορα ακούσματα με αποτέλεσμα να προκαλείται μερικές φορές ασυνεννοησία αλλά και παρανοήσεις. Στο Βορειοελλαδικό σλαβικό ιδίωμα, αυτό που ομιλείται σε κάποιες περιοχές συνοριακά της βόρειας Ελλάδας από Σλαβοφώνους και ελάχιστους Σλαβομακεδόνες του Ουράνιου Τόξου [οι Σλαβόφωνοι αρχικά διαιρέθηκαν σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς και στη συνέχεια, που συνεχίζεται ως τις μέρες μας, σε σλαβοφώνους της ελληνικής Μακεδονίας και σε σλαβομακεδόνες], για παράδειγμα, βλνα λέγεται το μαλλί και μπόλνα λέγεται η άρρωστη, ενώ στα σερβοκροατικά μπόλνα λέγεται το μαλλί. Το κρεμμύδι στη σλαβοφωνική λέγεται κρόμιτ και το σκόρδο λουκ, ενώ στα σλαβομακεδόνικα λουκ το κρεμμύδι και τσέσεν (άγνωστη λέξη) το σκόρδο, ενώ στα σερβοκροατικά μπελ λουκ, δηλαδή άσπρο σκόρδο. Το γλυκό μπλάγκο αντί σλάτκο που σημαίνει χλιαρό στη μικροσλαβική. Το μουστάκι, κοινό ως μύστακ στα σερβοκροατικά λέγεται μπρκ. Η ακρογιαλιά είναι άγνωστη λέξη. Στα σλαβομακεδονικά και στα σερβοκροατικά όμως η λέξη ακρογιάλι αποδίδεται με την ελληνικής προέλευσης λέξη ακροπόλ (εσφαλμένη ενσωμάτωση).
Η χρήση τεσσάρων ή πέντε φωνηέντων χωρίς διφθόγγους
Η χρήση των πέντε φωνηέντων, α, ε, ι, ο και ου, κατά κανόνα καθαρών, χωρίς τη δημιουργία διφθόγγων είναι το πρώτο χαρακτηριστικό των γλωσσών Πίτζιν ( Algonquian–Basque pidgin)
Ο αναβιβασμός του τόνου
Άλλο ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι ο αναβιβασμός του τόνου, όπως αγκόνια, ανάρκια, τίμιαν (θυμίαμα), βάμβακ, έγκοϊστ, Κρίστιαν, λειτούργκια, ντούλαπ, μάκαρ, μέντερ, τάβαν...
Ο περιορισμός των συμφώνων
Ανάμεσα στα ελλείποντα σύμφωνα δ, θ, και χ είναι και το Θ που υπάρχει αδυναμία προφοράς. Έτσι το θυμίαμα γίνεται τίμιαν, το θέατρο τέατρο, η μέθοδος μέτοντ, το θέμα τέμα, ο θερμοστάτης τερμοστάτ, ο θερμός τέρμος, ο μύθος μίτ, αντιπάτια, μάτεμα, νάτεμα (ανάθεμα) εντουσιάσμαν (ενθουσιασμός), ρίταμ (ρυθμός), τεόρια (θεωρία), ορτόντοκς...
Η έλλειψη γραμματικής
Ο μόνος αξιόλογος γραμματικός κανόνας που μπορεί να διατυπωθεί είναι τα ρήματα που έχουν πάντα ως κατάληξη το -αμ (ίμαμ βιντένο (απαρέμφ.)= έχω δει) κλίνονται κατά την πρώτη και δεύτερη συζυγία των λατινικών, όπως (βέρβαμ= πιστεύω) βέρβας, βέρβα, βέρβαμε, βέρβατε, βέρβαν και σένταμ= κάθομαι (λατινικά sedeo=κάθομαι) σέντις, σέντι, σέντιμε, σέντιτε, σένταν. Ενώ οι παρελθοντικοί χρόνοι σχηματίζονται με την κατάληξη -εσε, όπως βίνταμ βιντέσε=έβλεπε και ο μέλλων με το μόριο κι (κι όντιμε= θα πάμε).
Η αποκοπή των συλλαβών είναι ένα από τα κύρια γνωρίσματα της Πίτζιν. Στη σλαβοφωνική είναι ενδιαφέρουσα η σχετική διαδικασία που πιστοποιεί ότι η γλώσσα αυτή ξεκίνησε από τις ανάγκες των συναλλαγών. Οι λέξεις που έχουν ως αρχικό γράμμα το -Χ δημιουργούνται με την αποβολή του και τον ισχύοντα γενικά κανόνα της αποκοπής της κατάληξης. Έτσι έχουμε από το χαλβά άλβα, από το χαμάλι τον άμαλ, από το χαμπέρι το άμπερ, από το χαβάνι το άβαν, από τον χορό το όρο, από την χιλιάδα την ιλιάδα (όχι βέβαια του Ομήρου), από τον Χριστό το Ρίστο και από το χάπι το απ. Σε άλλες περιπτώσεις το Χ αντικαθίσταται από το κάπα, όπως κάρακτερ, κάρτια, καρτόν, κασάπ, κιλομέταρ, Κρίστιαν.
Οι γεωγραφικοί όροι είναι ελάχιστοι, όπως Ρέκα (ποτάμι ) ριτ (λόφος) εζέρο (λίμνη), βέταρ (αέρας), πλανίνα (βουνό), όρμαν (δάσος), γραντ, (πόλη), σέλο (χωριό), λιβάδα, ράμνα (οροπέδιο), τραπ (λάκος), κράι (άκρη), μόριε (θάλασσα), ενώ στη σλαβομακεδονική που αποτελεί Κρεολική γλώσσα (Creole language) σε ανάπτυξη από το (crear) συναντάμε ακόμα και πολλές ελληνικές και αγγλικές λέξεις, όπως όκεαν, έποκα, κλίμα, ατμόσφαιρα, ακροπόλ (ακρογιαλιά) κοντινένταλ (ήπειρος), σολάραν (ηλιακός). Τα σημεία του ορίζοντος δεν αναφέρονται ακόμα και σήμερα στο σλαβοφανές προφορικό ιδίωμα ούτε κανένα είδος αέρος.
Η πρωτογέννητη γλώσσα
Όπως σ΄ όλες τις γλώσσες του κόσμου έτσι κι΄εδώ σχηματίζονται λέξεις ηχοποίητες αλλά και λέξεις από τη γλώσσα του σώματος, όπως πρντ (πορδή), σβάκαμ (μασώ), κάτσαμ (καταβουλιάζω και καλ (λάσπη), σμόμκβα (σύκο) μάκαμ και μακάλο (βουτώ το ψωμί στο έδεσμα), κλ΄κμ (βουλώνω), πλίκαμ (τσαλαβουτώ), τρέβλ (τραυλός), μουτρέσεν (μουτρουμένος) ίρων (ειρωνικός).
Ο τονισμός των λέξεων στις πολυσυλλαβες πro της λιγούσης, όπως αντάριν και όχι παρτιζάν, βάμβακ και όχι παμούκ, κατιγκόρια αντί του prekop, πέπον, κάρπουζ, Γιάνκωφ (κύριο όνομα) και όχι Γιανκώφ.
Η πρωτογέννητη γλώσσα
Όπως σ΄ όλες τις γλώσσες του κόσμου έτσι κι΄εδώ σχηματίζονται λέξεις ηχοποίητες αλλά και λέξεις από τη γλώσσα του σώματος, όπως πρντ (πορδή), σβάκαμ (μασώ), κάτσαμ (καταβουλιάζω και καλ (λάσπη), σμόμκβα (σύκο) μάκαμ και μακάλο (βουτώ το ψωμί στο έδεσμα), κλ΄κμ (βουλώνω), πλίκαμ (τσαλαβουτώ), τρέβλ (τραυλός), μουτρέσεν (μουτρουμένος) ίρων (ειρωνικός).
Κάτσι κλέτσκα πίε βίνο= Καταβουλιάζε (sic) ξερόκλαδο και πιες κρασί.
Η βαρυτονίαΟ τονισμός των λέξεων στις πολυσυλλαβες πro της λιγούσης, όπως αντάριν και όχι παρτιζάν, βάμβακ και όχι παμούκ, κατιγκόρια αντί του prekop, πέπον, κάρπουζ, Γιάνκωφ (κύριο όνομα) και όχι Γιανκώφ.
Η ανυπαρξία συνθέτων λέξεων
Ενώ στα σλαβομακεδονικά, ως γλώσσα Κρεολική, που στο λεξιλόγιό της δεν έχει περισσότερες από πεντακόσιες λέξεις της σλαβοφωνικής, συναντάμε ελάχιστες λέξεις σύνθετες, όπως πολυκλίνικα, πολυόστροβο (χερσόνησος αντί του σημαινομένου Πολυνησία), ενώ στο σημερινό βορειοελλαδικό σλαβικό γλωσσικό ιδίωμα ισχύει πάντα η περίφραση, όπως κλέτσκα ζα ζπιτε= (ξυλαράκι για τα δόντια) δηλ. οδοντογλυφίδα, μλέκο σου όριζ= ριζόγαλο.
Η έλλειψη επιστημονικών όρων
Η Σερβοκροατική και ιδιαίτερα η σημερινή αποκαλούμενη σλαβομακεδονική γλώσσα έχει ενσωματώσει από το χώρο της επιστήμης κυρίως από την αγγλική και την ελληνική γλώσσα όλους σχεδόν τους όρους. Έτσι μόνο στη λογιστική, για παράδειγμα, συναντούμε τις λέξεις: ασυμετρίτσεν, έλεμεντ (στοιχείο) κοντρόλα (έλεγχος), λίμιτ, ντίγραμα, μπάλανς (ισολογισμός), αναλόγκια, άκτιβ (ενεργητικό), μπούλετιν (δελτίο), όργκαν, σέκτορ (τομέας)...
Αναφορές σε ινδοευρωπαϊκές ρίζες
Το ομόρριζο βιν στα λατινικά Vinum, στα ιταλικά βίνο, στα αγγλικά Wine, στα γερμανικά Wein, στα γαλλικα Vin, στα βλάχικα γίνο.
«The Macedonian language is actually an artifact produced for primarily political reasons (: Η μακεδονική γλώσσα [Σλαβομακεδονική] στην πραγματικότητα είναι ένα κατασκεύασμα που παράγεται κυρίως για πολιτικούς λόγους) ».Βιτόρε Πιζάνι (Vittore Pisani), Il Macedonico, Paideia, Rivista Letteraria di informazione bibliografica, τόμ. 12, σ. 250 (1957)
Η έλλειψη επιστημονικών όρων
Η Σερβοκροατική και ιδιαίτερα η σημερινή αποκαλούμενη σλαβομακεδονική γλώσσα έχει ενσωματώσει από το χώρο της επιστήμης κυρίως από την αγγλική και την ελληνική γλώσσα όλους σχεδόν τους όρους. Έτσι μόνο στη λογιστική, για παράδειγμα, συναντούμε τις λέξεις: ασυμετρίτσεν, έλεμεντ (στοιχείο) κοντρόλα (έλεγχος), λίμιτ, ντίγραμα, μπάλανς (ισολογισμός), αναλόγκια, άκτιβ (ενεργητικό), μπούλετιν (δελτίο), όργκαν, σέκτορ (τομέας)...
Αναφορές σε ινδοευρωπαϊκές ρίζες
Το ομόρριζο βιν στα λατινικά Vinum, στα ιταλικά βίνο, στα αγγλικά Wine, στα γερμανικά Wein, στα γαλλικα Vin, στα βλάχικα γίνο.
- Τσίρκβα (εκκλησία) , αγγλικά church, ιταλικά chiesa, γερμανικά Kitse, ολλάνδικά kirk.
- Το ομόρριζο μλκ στο μλέκο αλλά και στο milk
- Νόστσια (νύκτα), λατιν. Nox από το αρχαιοελληνικό νύξ, ιταλικά note, αγγλικά night, γαλλικά nuit, γερμανικά nacht και σε όλες τις ανατολικές σλαβικές γλώσσες συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας nok.
- Τη λέξη γκαρντίνα, ομόρριζο γκαρντ τη συναντάμε στα αγγλικά ως garden, στα ιταλικά και στα λατινικά
- To όκο (μάτι), πληθ. ότσι στα λατινικά oculus και στα ιταλικά Occio
- Το λούντο =τρελό το συναντάμε στη λατινική λέξη ludus με την ίδια σημασία
- Ο λύκος (vlk) στα αγγλικά και γερμανικά Wolf, στα γαλλικά loup, στα ιταλικά lupo
- To ομόρριζο νοβ (νόβο) (καινούργιο) στα λατινικά και σε σχεδόν σ΄ όλες τις σλαβικές λέξεις.
- Το βετσέρα (εσπέρα), στα λατινικά Vesper, στα ιταλικά vestera
- Το βίκαμ (φωνάζω) στα λατινικά Vox= φωνή, αγγλικά voice, γαλλικά voix, ιταλικά voce
- Στη λέξη σλαπανίτσα (χαστούκι) βρίσκομαι το ομόρριζό της στη αγγλική λέξη slap down
- Στη λέξη μπούκα (οξυά), το ομόρριζό της bha(u)g, φηγός στα ελληνικά και fagus στα λατινικά, το βρίσκομαι στα γερμανικά ως buche, ρωσικά buzina και περσικά buz.
- Σολ (αλάτι), λατινικά sal, ιταλικά sale, αγγλικά salt, γαλλικά sel, γερμανικά saltz
- Σέμε (σπόρος), λατινικά semen, ιταλικά semence, αγγλικά seed, γερμανικά samen.
«The Macedonian language is actually an artifact produced for primarily political reasons (: Η μακεδονική γλώσσα [Σλαβομακεδονική] στην πραγματικότητα είναι ένα κατασκεύασμα που παράγεται κυρίως για πολιτικούς λόγους) ».Βιτόρε Πιζάνι (Vittore Pisani), Il Macedonico, Paideia, Rivista Letteraria di informazione bibliografica, τόμ. 12, σ. 250 (1957)
*Το λήμμα της Βικιπαίδειας;
Ευαγγέλιο του Κονικόβου, Βορειοελλαδικό σλαβικό ιδίωμα, Δυτικό Πέλλας, είναι δικά μου.
Σημείωση
Κάντε κλικ σττις μπλέ σημάνσεις για να δείτε τα κείμενα .
Ευαγγέλιο του Κονικόβου, Βορειοελλαδικό σλαβικό ιδίωμα, Δυτικό Πέλλας, είναι δικά μου.
Σημείωση
Κάντε κλικ σττις μπλέ σημάνσεις για να δείτε τα κείμενα .